Την Τρίτη ξύπνησα κανονικά στις 7. Άφησα το ξυπνητήρι να κτυπάει σαν μανιασμένο. Δεν συγκινήθηκα. Πήγε 8 παρά. Ήθελα καφέ. Δεν κινήθηκα. Έμεινα να κοιτάζω το ταβάνι. Στις 9 ξανακοίταξα την ώρα. Είχα ήδη αργήσει. Έπρεπε να κάνω μπάνιο, να ντυθώ, να μπω στο αυτοκίνητο, να οδηγήσω 6 λεπτά ακριβώς, να παρκάρω, να κτυπήσω κάρτα, να μπω στο ασανσέρ, να πάω στο γραφείο μου, να ανοίξω pc, να δω τα mail μου, να δω τι παίζει στο wall του facebook, να κανονίσω 2-3 συναντήσεις με συναδέλφους, να ζητήσω συνάντηση με διευθυντή, να,να,να...
Όσο περισσότερο σκεφτόμουν αυτό το σκηνικό, τόσο ήθελα απλά να μείνω στο κρεβάτι και να κάνω τίποτα.
Άρπαξα το τηλέφωνο από δίπλα μου, σχημάτισα τον αριθμό της γραμματέας. "Ελένη μου, δεν θα έρθω σήμερα. Θα μείνω να δουλέψω από σπίτι. Αν με ζητήσει ο διευθυντής, μπορεί να περάσω το απόγευμα".
Δεν ήταν δύσκολο.
Σηκώθηκα. Πήγα στην κουζίνα, έφτιαξα μπόλικο καφέ. Άνοιξα λαπτοπ. Προσπάθησα να μην κωλοβαρέσω πολλή ώρα στο facebook. Άρχισα να δουλεύω. Χρειάστηκε πολλή ώρα και προσπάθεια ώστε να συγκεντρωθώ. Παλιά δεν ήταν έτσι. Τώρα δεν θυμάμαι την τελευταία φορά που με είχε πραγματικά απορροφήσει - να μην πω, πωρώσει - η δουλειά μου. Κατάφερα να δουλέψω μια ώρα.
Σταμάτησα.
Το υπόλοιπο της μέρας και της νύκτας, ήμουν στον καναπέ και έβλεπα Grey's Anatomy.
Την Τετάρτη πήγα κανονικά δουλειά. Φορώντας τη μάσκα της "χαρούμενης". Ούτε την Τετάρτη ήθελα να πάω δουλειά, έτσι άργησα πάλι να πάω. Σήμερα το ίδιο σκηνικό. Με το ζόρι ήρθα στις 1030.
Είναι όλα μια άμορφη μάζα.
Τα ίδια, η ρουτίνα η ίδια.
Με τρόμο διαπιστώνω πως δεν κάνω όνειρα, πως δεν έχω φιλοδοξίες.
Ακόμα χειρότερα, έχω ενοχές όταν στις σπάνιες στιγμές καταφέρνω να εντοπίσω τα θέλω μου. Μου φαίνονται κάτι που δεν θα γίνει ποτέ, που μάλλον είναι βλακείες δικές μου και ανέφικτα.
Πρέπει να σκάσω;
Να συμβιβαστώ;
Να είμαι ευγνώμον που έχω μια δουλειά;
Που έχω μια στέγη πάνω από το κεφάλι μου;
Πρέπει να σκάσω και να δω the bigger picture;
Ποιο είναι αυτό το picture όμως;
Νομίζω, πως όσο δεν το παραδέχομαι δεν θα το δω καθαρά.
Προς το παρόν, κάθε πρωί δεν θέλω να πηγαίνω γραφείο.
Κοντά στα κύματα, θα χτίσω το παλάτι μου
θα βάλω πόρτες μ' αλυσίδες και παγώνια
Και μες στη θάλασσα θα ρίξω το κρεβάτι μου...