Είναι τέλη του Ιούνη. Το καλοκαίρι δειλά δειλά έκανε την εμφάνιση του. Ζέστες δεν ζήσαμε ακόμα ιδιαίτερα. Η πόλη μπαίνει σε καλοκαιρινή διάθεση με ταράτσες, πάρτι σε δρόμους, κόσμο να κυκλοφοράει επιτέλους στο κέντρο.
Σήμερα ξυπνώντας από ένα hangover - δεν αντέχω πια τόσο πολύ - μένω στο κρεβάτι και βλέπω ότι δύο φίλοι μου στέλνουν φωτογραφίες από τις διακοπές τους. Η μία στη Μπανγκόγκ μου δείχνει φωτό από το δωμάτιο του ξενοδοχείου της. "35ος όροφος", μου γράφει. Μπροστά όλοι οι ουρανοξύστες της πόλης. Μου στέλνει και μια νυκτερινή φωτό από την ίδια θέα. Πόσο έχω πεθυμήσει να αντικρύζω ουρανοξύστες, να κινούμαι ανάμεσά τους. Τελευταία φορά ήταν πριν 5 χρόνια που τους χόρτασα σε ένα καλοκαιρινό ταξίδι σε Νέα Υόρκη και Σικάγο. Μου έλειψε ο αστικός εαυτός μου. Και όχι, οι ουρανοξύστες της Λεμεσού και οι 2-3 της Λευκωσίας δεν μου προκαλούν το ίδιο "πάθος".
Ο άλλος φίλος, βρίσκεται σε ένα κυκλαδίτικο νησί, αυτό που αγαπώ πολύ και έχω πάει 5 φορές. Μου στέλνει φωτό από την ανατολή. Απίθανο πορτοκαλί χρώμα να αγκαλιάζει το μπλε του Αιγαίου. Σε μια άλλη φωτό, το πάτωμα της βεράντας του σπιτιού, τσιμεντένιο και μπροστά να απλώνεται μια γνώριμη θέα, το ξεροτόπι των Κυκλάδων διακοσμημένο με λευκά σπιτάκια. Και αυτό το σκηνικό το πεθύμησα. Την απλότητα του ελληνικού καλοκαιριού. Έχω πρόσκληση από τη φίλη που έχει σπίτι εκεί να πάω. Μπαίνω σε πειρασμό, αλλά ίσως κάτσω στα αυγά μου.
Αυτό το καλοκαίρι είναι το πρώτο από το 2020 που δεν διαβάζω - ψέματα, σήμερα έχω μια μικρή εξέταση - , που δεν έχω ατύχημα ή εγχείριση - ας ελπίσουμε δεν θα συμβεί κάτι- και που ίσως δεν θα είναι όπως το περσινό, γεμάτο λύπη.
Τέλη της άνοιξης, σκεφτόμουν πως αυτό το καλοκαίρι θέλω να είναι χαλαρό. Αποφάσισα να μείνω εντός. Από τη μια για να απολαύσω διακοπές χωρίς τα "πρέπει" των τελευταίων 3 χρόνων και απο την άλλη, για να φυλάξω λεφτά, γιατί κάτι μέσα μου, μου λέει πως θα τα χρειαστώ για μια μεγάλη αλλαγή, που δεν ξέρω ακόμα ποια είναι.
Η χαλαρότητα δεν ήρθε ακόμα. Τρέχω μονίμως για τη δουλειά, οδηγώ πολύ, προγραμματίζω πολύ τα πάντα μπας και ξεχάσω κάτι. Τα βράδια με φίλους, δεν είναι τόσα πολλά. Πάντα έχω κάτι να διαβάσω, να δουλέψω. Θέλω να μην πίνω τόσο. Άρα πώς θα γίνει; Λέω να κυκλοφορώ να τη βγάζω και γω με νερό με φυσαλίδες όπως τον φίλο μου.
Οι σκέψεις μου μεταλλάσονται τις τελευταίες μέρες σε κάτι καινούριο που δεν θυμάμαι να έχω επεξεργαστεί ξανά. Σκέφτομαι να γράφω πιο συχνά εδώ για να το ξεδιπλώσω.
Ποιο είναι το κοινό όλων αυτών των σκόρπιων σκηνικών και σκέψεων που έχω μόλις γράψει; ¨Οτι έχω πεθυμήσει το φως.
Κάτι μέσα μου ξυπνά και μου λέει να βάλω μπρος. Να αλλάξω το αρνητικό, να το κάνω θετικό. Να τολμήσω να αλλάξω τον τρόπο που σκέφτομαι. Κάτι με ωθεί προς το reset.
Έτσι ίσως ζήσω ένα μεγάλο, φωτεινό καλοκαίρι.